Ο σπουδαίος ψυχαναλυτής Otto Kernberg μιλά για την ψυχανάλυση, την ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία και για τους παράγοντες που συμβάλλουν στη διαμόρφωση της υγιούς προσωπικότητας ενός θεραπευτή.
Κύριε Kernberg, γεννηθήκατε στη Βιέννη της Αυστρίας. Θα ήθελα να ρωτήσω πόσο οι κοινωνικοπολιτιστικές επιρροές εκείνης της εποχής, σας επηρέασαν ώστε να καταφύγετε στο πεδίο της ψυχοθεραπείας και της ανάλυσης.
Οtto Κernberg: Αρχικά, έφυγα από την Αυστρία όταν ήμουν δέκα χρονών. Οι γονείς μου και εγώ έπρεπε να ξεφύγουμε από το ναζιστικό καθεστώς. Μεταναστεύσαμε στη Χιλή. Εκπαιδεύθηκα στην ψυχιατρική στην Ψυχαναλυτική Εταιρεία της Χιλής. Ήρθα στις ΗΠΑ για πρώτη φορά το 1959 με υποτροφία του Ιδρύματος Rockefeller για να μελετήσω την έρευνα στην ψυχοθεραπεία με τον Τζέρι Φρανκ στο Johns Hopkins. Στη συνέχεια, το 1973 μετακόμισα στη Νέα Υόρκη και αργότερα έγινα Διευθυντής του Ινστιτούτου Διαταραχών Προσωπικότητας, όπου διεξάγουμε έρευνα για τη συγκεκριμένη κατηγορία διαταραχών.
Σίγουρα οι αυστριακές και γερμανικές πολιτιστικές μου καταβολές, ήταν επιδραστικές με πολλούς τρόπους. Όμως, η ψυχιατρική μου εκπαίδευση ήταν η σύνθεση της κλασικής γερμανικής ψυχιατρικής και ψυχαναλυτικής / ψυχοδυναμικής ψυχιατρικής. Αργότερα εμβάθυνα στην ψυχολογία του Εγώ και στο έργο της Klein. Γνώρισα την Frieda Fromm-Reichman, καθώς και τους ψυχολόγους των αντικειμενότροπων σχέσεων, Edith Jacobsen και Margaret Mahler. Οπότε, ήταν φυσικό να προσπαθήσουμε να συνθέσουμε μία προσέγγιση των αντικειμενότροπων σχέσεων και της ψυχολογίας του Εγώ της Klein. Στη συνέχεια, πολλά χρόνια αργότερα, σε αυτή τη σύνθεση προστέθηκε κάποια επιρροή από τη γαλλική ψυχανάλυση.
Ήμουν πάντα πολύ περίεργη για το πώς είναι να δουλεύει κανείς με ανθρώπους με διαταραχές προσωπικότητας. Πόσο συναρπαστικό είναι για εσάς που αυτές οι διαταραχές αποτελούν το επίκεντρο της δουλειάς σας;
ΟΚ: Ήταν ένας συνδυασμός από διάφορες επιρροές. Πρώτα απ’ όλα, ίσως το πιο σημαντικό ήταν ότι το ερευνητικό πρόγραμμα ψυχοθεραπείας στο Ίδρυμα Menninger, στο οποίο εντάχθηκα και τελικά διηύθυνα, αποσκοπούσε στη θεραπεία 42 ασθενών, 21 εκ των οποίων έλαβαν θεραπεία με διάφορους τύπους ψυχοθεραπείας με ψυχαναλυτική βάση και οι υπόλοιποι 21 ασθενείς έλαβαν την τυπική θεραπεία ψυχανάλυσης. Πολλοί από τους ασθενείς που έστειλαν στο Ίδρυμα του Menninger, υπέφεραν από σοβαρές οριακές διαταραχές. Οι σοβαρές διαταραχές της προσωπικότητας, τώρα ονομάζονται «Οριακή Οργάνωση Προσωπικότητας». Πολλοί ασθενείς με σοβαρές διαταραχές προσωπικότητας συμπεριλήφθηκαν σε αυτή την έρευνα και η διάγνωση έγινε πολύ, πώς θα το θέσω, πειραματικά ή φευγαλέα. Όταν ξεκίνησε η έρευνα το 1954, δεν υπήρχαν σαφή κριτήρια για να χρησιμοποιηθούν. Ωστόσο ήταν πολύ χρήσιμο επειδή αποδείχθηκε ότι οι ασθενείς και των δύο δειγμάτων, υπέφεραν από σοβαρές οριακές καταστάσεις.
Πόσο τυχεροί ήταν οι ερευνητές!
ΟΚ: Ακριβώς. Και για κάθε μία από αυτές τις περιπτώσεις, είχαμε κρατήσει σημειώσεις για κάθε συνεδρία, σε πολύ μεγάλα βιβλία, για πολλά χρόνια. Έτσι, από τη στιγμή που πήγα εκεί, βρήκα 42 περιπτώσεις λεπτομερώς αναλυμένες, απλά ένας θησαυρός! Παρατήρησα μοτίβα για το τι συμβαίνει στη θεραπεία, τι θα διευκόλυνε τη διάγνωση, οπότε συνένωσα το ενδιαφέρον μου για τη θεωρία των αντικειμενότροπων σχέσεων με το ενδιαφέρον να διερευνήσω αυτή την ομάδα ασθενών και να αναπτύξω κάποια υπόθεση για τη θεραπεία. Στη συνέχεια πραγματοποιήσαμε στατιστική και ποσοτική ανάλυση του έργου. Μας έδωσαν σημαντικές πληροφορίες για τις υποθέσεις που κάναμε.
Και αναφερόμαστε σε ένα πληθυσμό που μέχρι τότε δεν τον κατανοούσαν.
OK: Όχι δεν τον κατανοούσαν, οπότε ήμουν πολύ τυχερός που είχα αυτόν τον πληθυσμό ασθενών. Και όταν ξεκίνησα, δεν είχα επίγνωση και εγώ ο ίδιος ότι θα ασχοληθώ με ένα πολύ ενδιαφέρον θέμα.
Πώς αρχίσατε να εμπλέκεστε στη μελέτη ναρκισσιστικών διαταραχών προσωπικότητας;
ΟΚ: Τυχαία. Ένας από τους ασθενείς που είδα σε μια μελέτη, ενώ ήμουν φοιτητής στο Ψυχαναλυτικό Ινστιτούτο στο Σαντιάγκο της Χιλής, είχε διαγνωσθεί με ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή προσωπικότητας. Δεν μπόρεσα να τον βοηθήσω – δεν άλλαξε καθόλου όλα αυτά τα χρόνια και αυτό με «στοίχειωνε». Τότε, αντιλήφθηκα ότι είχε πολλές ομοιότητες με άλλους ασθενείς που είδα στο Ίδρυμα Menninger. Ο Hermann Van Der Waals, ο οποίος είχε γράψει ένα σημαντικό άρθρο σχετικά με την ναρκισσιστική προσωπικότητα, μου είπε: Πρόκειται για ναρκισσιστικές προσωπικότητες. Κανείς δεν είχε περιγράψει αυτά τα χαρακτηριστικά στη βιβλιογραφία.
Στη συνέχεια έβλεπα άλλον έναν ασθενή σε θεραπεία, ακριβώς όπως και ο προηγούμενος μου, και με βάση την τότε αναπτυσσόμενη ψυχαναλυτική γνώση, ανέπτυξα μια συγκεκριμένη θέση για το πώς θα θεραπεύσω αυτόν τον ασθενή. Και έτσι αναπτύξαμε τη θεραπεία της ναρκισσιστικής προσωπικότητας, τις διαγνωστικές παρατηρήσεις, τη διαφοροδιάγνωση μεταξύ ναρκισσιστικής και οριακής τυπολογίας, τη γενίκευση της έννοιας της οριακής οργάνωσης προσωπικότητας. Ήταν ένας συνδυασμός τύχης και ενδιαφέροντος.
Ακούγεται σαν να αφιερώθηκε πολύς χρόνος και ένας συνδυασμός παραγόντων για να συμβεί αυτό. Τι ή ποιος επηρέασε το κλινικό σας ύφος που φαίνεται να είναι ουδέτερο από πολλές απόψεις αλλά όχι παθητικό ή απρόσωπο;
ΟΚ: Ένας άνθρωπος που δεν ανέφερα ακόμα, ο οποίος είναι ελάχιστα γνωστός προς το παρόν, αν και ήταν ηγέτης της αμερικανικής ψυχιατρικής, είναι ο John White, ο πρόεδρος της ψυχιατρικής του Johns Hopkins όταν ήμουν εκεί. Ανέπτυξε μια μέθοδο κλινικής συνέντευξης που με ενέπνευσε για την ανάπτυξη διαρθρωτικών συνεντεύξεων. Ήταν ο καλύτερος συνεντευκτής που έχω δει ποτέ. Ξεκινούσε να μιλάει με τον ασθενή και η συνέντευξη συνεχιζόταν μέχρι να έχει την αίσθηση ότι ήξερε τι ήθελε να κάνει. Συνέχιζε για δύο ή τρεις ώρες. Ο John White είχε έναν τρόπο να μένει στο παρασκήνιο, να εξαφανίζεται, να το πω έτσι. Ήταν πολύ άμεσος, πολύ ειλικρινής και κατανόησε τους ανθρώπους σε βάθος. Χωρίς επίδειξη. Απλά έθετε ερωτήματα που επέτρεπαν την ανάπτυξη του ασθενούς. Είχε μια τεράστια ικανότητα να επιτρέψει στον ασθενή να αναπτύξει την παρούσα προσωπικότητά του, αντί να ρωτήσει τι συνέβη πριν από 50.000 χρόνια. Αυτό με επηρέασε επίσης για τη συνέντευξη. Με βοήθησε να υιοθετήσω μια προσέγγιση διερεύνησης της παρούσας προσωπικότητας.
Αλλά ίσως και αυτό που ήταν πολύ σημαντικό για μένα, να ήταν το γεγονός ότι υπάρχουν εκείνοι οι ασθενείς με σοβαρές διαταραχές που καταστρέφουν τη ζωή τους. Δεν υπάρχει αμφιβολία γι’ αυτό. Αυτή δεν είναι μία φαινομενική παθολογία για τους πλούσιους ασθενείς που δεν έχουν να κάνουν τίποτα άλλο παρά να πάνε σε έναν ψυχαναλυτή. Αυτοί οι άνθρωποι δεν κατάφεραν να διατηρήσουν την εργασία τους, ένα επάγγελμα, μια σχέση. Και με την ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία και ψυχανάλυση είμαστε σε θέση να αλλάξουμε την προσωπικότητά τους, να βελτιώσουν τη ζωή τους. Νομίζω ότι αυτή είναι μια εξαιρετικά σημαντική συμβολή της ψυχανάλυσης. Και πρέπει να κάνουμε εμπειρικές έρευνες για αυτό. Ένα από τα πράγματα στα οποία είμαι πολύ επικριτικός είναι η έλλειψη συστηματικής και εμπειρικής έρευνας στον ψυχαναλυτικό κόσμο.
Πώς αλλάζουν οι άνθρωποι
Νομίζετε ότι υπάρχει κάτι συγκεκριμένο, που συμβάλλει περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο, στην αλλαγή ενός ασθενούς με διαταραχή προσωπικότητας;
OK: Οι άνθρωποι αλλάζουν με πολλούς τρόπους με κοινή λογική, με φίλους, με βοήθεια, με τύχη, με καλές εμπειρίες στη ζωή. Πιστεύω ότι η ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία και η ψυχανάλυση είναι πιθανότατα οι μέθοδοι που προάγουν τις καλύτερες αλλαγές σε περίπτωση σοβαρών διαταραχών προσωπικότητας, μέσω του μηχανισμού ανάλυσης της μεταβίβασης, της αποσύνδεσης, των πρωτόγονων αντικειμενότροπων σχέσεων που καθορίζουν και αποτελούν την έκφραση ταυτότητας, της εξομάλυνση της ταυτότητας του ασθενούς, της ενσωμάτωσης του εαυτού του και της έννοιας των σημαντικών άλλων. Επίσης, σε αυτό το πλαίσιο, η αλλαγή επιτυγχάνεται επιτρέποντας την πρόοδο από τους πρωτόγονους στους εξελιγμένους αμυντικούς μηχανισμούς και την ενίσχυση της λειτουργίας του Εγώ όσον αφορά στον έλεγχο των παρορμήσεων και τον μετριασμό των συναισθηματικών αντιδράσεων.
Πιστεύω λοιπόν ότι αυτή είναι ίσως η καλύτερη προσέγγιση μέχρι σήμερα που μπορεί να επιφέρει θεμελιώδη αλλαγή προσωπικότητας. Υπάρχουν ενδείξεις και αντενδείξεις. Δεν μπορούν να βοηθηθούν όλοι οι ασθενείς. Νομίζω ότι η πρόγνωση εξαρτάται από το είδος της διαταραχής της προσωπικότητας, από τη νοημοσύνη, από το δευτερογενές όφελος, από τη σοβαρότητα των αντικοινωνικών χαρακτηριστικών, από την ποιότητα των αντικειμενότροπων σχέσεων, από το βαθμό στον οποίο έχει αποκτηθεί κάποια ελευθερία στη σεξουαλική ζωή ή όχι. Έτσι, υπάρχουν πολλά χαρακτηριστικά που συνθέτουν την ένδειξη ή την αντίθετη ένδειξη και την πρόγνωση για κάθε μία από τις περιπτώσεις.
Συχνά τονίζετε τη σημασία της εκπαίδευσης των θεραπευτών, ώστε να γνωρίζουν πώς να διαχειριστούν τον ασθενή. Μπορείτε να μιλήσετε για το θέμα αυτό;
ΟΚ: Πρώτα απ’ όλα, ναι, είμαι πολύ επικριτικός απέναντι στην επιφανειακή εκπαίδευση στη θεραπεία των ασθενών με βάση «χαοτικές» θεωρίες. Κάθε ειδικός που εφευρίσκει μια μέθοδο θεραπείας ερευνά ad hoc τη δική του ψυχοθεραπευτική θεωρία. Θεωρώ ότι αυτό βλάπτει το πεδίο μας, τη θεραπεία, τους ασθενείς. Πάνω από όλα, θεωρώ ότι είναι μία κακή επιστήμη. Ένα πράγμα που μου αρέσει στην ψυχανάλυση είναι ότι είναι μια ολοκληρωμένη θεωρία της ανάπτυξης, της δομής, της ψυχοπαθολογίας, που προσφέρεται για να αναπτύξει μια θεωρία της τεχνικής της παρέμβασης. Δεν λέω ότι είναι το μόνο στοιχείο του, αλλά αυτό είναι ένα από τα δυνατά του.
Νομίζω ότι όταν οι άνθρωποι εφαρμόζουν διάφορες τεχνικές από διαφορετικά θεωρητικά μοντέλα, δεν μπορούν παρά να καταλήξουν σε μια χαοτική κατάσταση, στην οποία η μεταβίβαση και η αντιμεταβίβαση θα οδηγήσουν τη σχέση προς μία ή την άλλη κατεύθυνση. Δεν λέω ότι δεν μπορείτε να βοηθήσετε τους ασθενείς με αυτό. Αλλά δεν μπορείτε να μάθετε πώς να αναπτύξετε μια συγκεκριμένη προσέγγιση και έχω δει τόσα κακά θεραπευτικά αποτελέσματα από αυτό. Διότι τότε δεν ταιριάζετε τη θεραπευτική προσέγγιση με τις ανάγκες του ασθενούς και δεν του δίνετε αυτό που χρειάζεται.
Οπότε, προτιμώ να έχω έναν θεραπευτή γνωστικής συμπεριφορικής κατεύθυνσης, μια καλά ενσωματωμένη γενική θεωρία που ισχύει για τον τομέα του, παρά μια από αυτές τις προσωπικές προσεγγίσεις που έχει δημιουργήσει ο καθένας. Στον τομέα αυτό υπάρχουν τόσες πολλές «βουντού» προσεγγίσεις και πολλές μοδάτες θεωρίες που φθίνουν γρήγορα. Τώρα, δυστυχώς, οι περισσότερες από τις έρευνες έγιναν για τη βραχυπρόθεσμη ψυχοθεραπεία από μη θεραπευτές, σε μη ασθενείς, σε πανεπιστημιακούς χώρους… οπότε, η πραγματική κλινική θεραπεία έχει ερευνηθεί μόνο με ένα περιορισμένο τρόπο… Νομίζω ότι αυτό είναι το κύριο έργο μας. Και πιστεύω ότι πρέπει να αναπτύξουμε «προσωπικές» θεραπείες για τους μακροχρόνιους ψυχοθεραπευτές, ανεξάρτητα από το ιστορικό τους. Και να τις ερευνήσουμε επιστημονικά.
Η κριτική στα ΜΜΕ και στην «pop» κουλτούρα
Για να επιστρέψω σε κάτι για το οποίο συζητούσαμε νωρίτερα, αναρωτιόμουν αν θα μπορούσατε να πείτε κάτι για την απεικόνιση των ψυχοθεραπευτών στα MME; Ποιες είναι οι σκέψεις σας για το πώς απεικονίζονται οι ψυχοθεραπευτές στις ταινίες και στην τηλεόραση;
ΟΚ: Γενικά, οι ψυχοθεραπευτές απεικονίζονται με απλοποιημένους και σχεδόν αστείους τρόπους στις ταινίες. Αυτό που είναι «της μόδας», είναι η διυποκειμενική προσέγγιση, στην οποία ο θεραπευτής αφήνει “να βγουν προσωπικές πληροφορίες” και οι άνθρωποι εντυπωσιάζονται από το πόσο αληθινοί είναι οι θεραπευτές. Νομίζω ότι αντικατοπτρίζει μια κυρίαρχη κουλτούρα να κάνουμε τα πράγματα βιαστικά, άμεσα, υπάρχει η κουλτούρα της καλής πίστης, η ζεστασιά, η πίστη στον άνθρωπο… Η οποία είναι διαφορετική από την πραγματικότητα όταν θεραπεύουμε ασθενείς που υποφέρουν από σοβαρές καταθλιπτικές συγκρούσεις, οι οποίοι έχουν μείζονα ανάγκη να καταστρέψουν τη θεραπευτική σχέση και που ζηλεύουν την ικανότητα του θεραπευτή να τους βοηθήσει. Τέτοιες περιπτώσεις δεν βλέπουμε στις ταινίες, με εξαίρεση τις στιγμές που βλέπουμε αυτό το είδος ασθενών να εμφανίζονται ως τέρατα και οι θεατές τρομοκρατούνται. Και υπάρχει μια ισχυρή πολιτισμική κριτική της ψυχανάλυσης που δεν είναι καινούργια, αλλά τώρα παίρνει τη μορφή της: η ψυχανάλυση είναι μακροχρόνια, ακριβή, δεν έχει αποδείξει την αποτελεσματικότητα και την ισχύ της και οι ασθενείς μπορούν να βοηθηθούν περισσότερο από σύντομες ψυχοθεραπείες.
Ταυτόχρονα, ο συνδυασμός της σημαντικής εξέλιξης της βιολογικής ψυχιατρικής, οι οικονομικές πιέσεις που μειώνουν τη διαθεσιμότητα της ψυχοθεραπείας, η πολιτιστική κριτική της υποκειμενικότητας και η επιθυμία για γρήγορες λύσεις (όλα αυτά τείνουν να μειώνουν τη συμμετοχή της ψυχοδυναμικής ψυχιατρικής και ψυχοθεραπείας και την εκπαίδευση των ψυχιάτρων), προκάλεσαν την παρωχημένη διάσπαση μεταξύ της βιολογικής ψυχιατρικής (με επίκεντρο τη βασική έρευνα και της ψυχοφαρμακολογικής θεραπείας) και της ψυχοθεραπείας (που απομακρύνεται από άλλα επαγγέλματα και αποσυνδέεται από την ιατρική και την ψυχιατρική). Νομίζω ότι αυτό είναι ατυχές. Οδηγεί σε ένα είδος διαίρεσης μυαλού / σώματος ενώ πρέπει να ενωθούν.
Μπορείτε να μας πείτε περισσότερα για αυτό το διαχωρισμό μυαλού / σώματος;
ΟΚ: Ο αντίκτυπος των νέων νευροεπιστημών στην ψυχοθεραπεία είναι πολύ παρεξηγημένος. Νομίζω ότι υπάρχει πολύ πρόωρος παρορμητικός ενθουσιασμός με όλα αυτά τα νέα ευρήματα. Έχουμε σημαντικά νέα ευρήματα στο κεντρικό νευρικό σύστημα, ως επίδραση της ψυχοθεραπείας, καθώς και συσχετίσεις μεταξύ ψυχιατρικών διαταραχών και της λειτουργίας του εγκεφάλου. Αλλά αυτές οι νέες εξελίξεις δεν έχουν, μέχρι στιγμής, πρακτικές συνέπειες από την άποψη τόσο της θεωρίας όσο και της τεχνικής, των τεχνικών παρεμβάσεων, οπότε πρέπει να έχουμε αυτό κατά νου.
Πώς βλέπετε τα θέματα του μυαλού / σώματος στην κλινική πρακτική;
ΟΚ: Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι, τα ψυχοφαρμακολογικά φάρμακα προέρχονται από την καλύτερη κατανόηση των νευροδιαβιβαστών μας. Αυτό ισχύει σίγουρα για την περίπτωση της σχιζοφρένειας, σοβαρών συναισθηματικών διαταραχών, των συνδρόμων κατάθλιψης και του άγχους γενικά, αλλά δεν ισχύει για τις διαταραχές προσωπικότητας και όλες τις δυσκολίες τις οποίες δημιουργούν. Αντίθετα, εκεί, η φαρμακευτική αγωγή έχει πολύ περιορισμένη επίδραση στα συμπτώματα του άγχους και της κατάθλιψης και καθόλου στη βασική ψυχοπαθολογία. Η ψευδαίσθηση ότι τελικά όλα θα θεραπευθούν με ένα χάπι είναι μια ψευδαίσθηση που υπάρχει εδώ και πολύ καιρό και νομίζω ότι υπάρχουν θεωρητικοί καθώς και πρακτικοί, κλινικοί, λόγοι για να την αμφισβητήσουμε.
Ο λόγος στην αγάπη
Θέλω να απευθυνθώ σε κάτι διαφορετικό που θα εξερευνήσουμε στο νέο σας βιβλίο Σχέσεις αγάπης: Κανονικότητα και Παθολογία. Είμαι πολύ περίεργος για το πώς γράψατε ένα βιβλίο για την αγάπη, μου φαίνεται μια δραστική αλλαγή γνωρίζοντας τη μέχρι τώρα κλινική σας πορεία. Ποια ήταν η αφορμή για αυτό το βιβλίο;
ΟΚ: Όπως ανέφερα στην εισαγωγή του βιβλίου, κατηγορήθηκα ότι ασχολούμαι μόνο με το μίσος και την επιθετικότητα, έτσι σκέφτηκα ότι θα ήταν διασκεδαστικό να γράψω για την αγάπη!
Ήταν διασκεδαστικό να ερευνήσετε και να γράψετε αυτό το βιβλίο;
ΟΚ: Ήταν διασκεδαστικό, αλλά ήταν επίσης δύσκολο, γιατί όταν μπήκα στο θέμα, συνειδητοποίησα πόσο περίπλοκο είναι και πως έπρεπε να αποποιηθώ της εξερεύνησης πολλών κλινικών περιοχών που θα ήθελα να εξερευνήσω. Παρατηρώ ότι ο βαθμός παθολογίας της διαταραχής της προσωπικότητας, ενός ή και των δύο μελών του ζευγαριού, δεν μας επιτρέπει να καθορίσουμε μια πρόγνωση για το πώς θα τα πάει το ζευγάρι. Έχουμε δει ότι δύο απόλυτα υγιείς άνθρωποι δημιουργούν μία σχέση και τη βιώνουν σαν την κόλαση στη γη, ενώ από την άλλη δύο εξαιρετικά διαταραγμένοι άνθρωποι μπορεί να έχουν μια θαυμάσια σχέση! Οπότε, αυτή η κλινική παρατήρηση δημιούργησε την περιέργειά μου, καθώς οι μεταιχμιακοί ασθενείς αντιμετωπίζουν αυτό το πρόβλημα στις σχέσεις και το γάμο τους.
Άρχισα επίσης να ενδιαφέρομαι για το θέμα των σεξουαλικών σχέσεων, διότι ανακάλυψα ότι υπήρχαν δύο τύποι οριακών ασθενών. Ένας με μια εξαιρετικά σοβαρή πρωταρχική αναστολή όλων των σεξουαλικών ικανοτήτων, καμία ικανότητα για αισθησιακή ενεργοποίηση ή απόλαυση, καμία σεξουαλική επιθυμία, καμία ικανότητα για αυνανισμό. Αυτοί οι ασθενείς είχαν άσχημη πρόβλεψη επειδή στη θεραπεία, καθώς τα πάντα παγιδεύονταν, είχαν περισσότερους μηχανισμούς αντίστασης με αποτέλεσμα να αναστέλλουν την σεξουαλικότητα ακόμη περισσότερο.
Από την άλλη πλευρά, είδαμε όσους είχαν άγρια, αδέσποτη σεξουαλικότητα, αντεστραμμένη σεξουαλικότητα, μαζοχιστικές, σαδιστικές, φετιχιστικές, ομοφυλοφιλικές, ετεροφυλόφιλες τάσεις. Όσοι έχουν τέτοια χαοτική σεξουαλική ζωή έχουν μια πολύ κακή πρόβλεψη θεραπείας, αλλά συνέβη το αντίθετο. Αυτοί οι ασθενείς τα πήγαν εξαιρετικά καλά, όταν η προσωπικότητά τους άρχισε να λειτουργεί καλύτερα. Οπότε, μου αναδύθηκε ένα ερευνητικό ενδιαφέρον: γιατί υπάρχει αυτή η εξαιρετικά σοβαρή σεξουαλική αναστολή και τι θα μπορούσε να γίνει γι’ αυτό; Και, επίσης, ένα πιο βασικό ερώτημα είναι το πόσο η σχέση μπορεί να συμβάλει στην παρεμπόδιση ή στη βοήθεια της σεξουαλικής απελευθέρωσης μεταξύ των συντρόφων.
Τα απαραίτητα στοιχεία ενός καλού θεραπευτή
Έχετε κάποιες σκέψεις σχετικά με τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας που ένας αναλυτής ή θεραπευτής πρέπει να διαθέτει για να εργαστεί με σοβαρές διαταραχές προσωπικότητας ή ακόμα και ήπιες διαταραχές προσωπικότητας;
ΟΚ: Αυτή είναι μια καλή ερώτηση. Εξετάζοντας την εμπειρία μας, έχουμε εκπαιδεύσει πολλούς θεραπευτές. Έχουμε 20 χρόνια εκπαίδευσης και εποπτείας. Νομίζω ότι άνθρωποι με πολύ διαφορετικές προσωπικότητες μπορούν να γίνουν πολύ καλοί θεραπευτές. Δεν έχω τίποτα βαθύ ή καινούργιο να πω γι’ αυτό που δεν μπορούσε να πει κανένας με κάποια εμπειρία στον τομέα αυτό. Νομίζω ότι είναι σημαντικό και βοηθητικό, πρώτα απ’ όλα, ο θεραπευτής να είναι ευφυής. Δεύτερον, να είναι συναισθηματικά ανοικτός. Να διαθέτει μια αρκετά ώριμη προσωπικότητα αφ’ ενός και αφ’ ετέρου ανοιχτή στην πρωτόγονη εμπειρία, σε αντίθεση με κάποιον που είναι εξαιρετικά κλειστός.
Είναι βοηθητικό επίσης να μην είναι υπερβολικά παρανοϊκός, αφελής ή ιδεοψυχαναγκαστικός. Μπορεί να ακούγονται κάπως υπερβολικά όμως έχω δει πάσης φύσεως θεραπευτές, ειλικρινείς με τον εαυτό τους και τους άλλους, με προθυμία να μάθουν. Επομένως, είναι βοηθητικό να μην έχουν πάρα πολύ και παθολογικό ναρκισσισμό. Αν είστε πολύ ναρκισσιστές, δεν θα έχετε την υπομονή να συνεργαστείτε με πολύ προβληματικούς ασθενείς και η ικανότητά σας για ενσυναίσθηση είναι περιορισμένη.
Φαίνεται επίσης ότι χρειάζεται μια υγιής δόση αυτών των στοιχείων.
ΟΚ: Ναι, μερικοί από εμάς διερευνούμε αυτά τα στοιχεία. Δεν έχω πραγματικά μία καλή απάντηση σε αυτό. Όμως υπάρχουν μερικοί άνθρωποι που έχουν ταλέντο σε αυτό, όπως οι άνθρωποι που διαθέτουν εγγενώς το ταλέντο για να παίξουν πιάνο. Δεν ξέρω αν θα έλεγαν σε αυτή την περίπτωση οι ψυχολόγοι: ποια προσωπικότητα ανθρώπου απαιτείται για να παίξει πιάνο; Υπάρχουν μερικοί άνθρωποι που απλώς έχουν το ταλέντο. Μερικοί άνθρωποι είναι σε θέση να το κάνουν σχεδόν χωρίς καμία εκπαίδευση. Είναι σχεδόν τρομακτικό ότι γνωρίζουν τα πράγματα προτού τα διδάξουμε. Είναι κακό για την αυτοεκτίμησή μας!
Είχα εκπαιδευόμενους θεραπευτές για τους οποίους είχα την αίσθηση ότι διαθέτουν μια τέτοια εγγενή ικανότητα που με πολύ λίγα που θα τους έδινα… θα πετύχαιναν. Και άλλοι που δεν έμαθαν ποτέ, παρόλο που ήταν έξυπνοι και εργάστηκαν σκληρά. Και δεν είμαι σε θέση, σε αυτό το σημείο, να ξεχωρίσω τι είναι. Αλλά μπορούμε να το ανακαλύψουμε.
Πολλές φορές, λέμε στους ανθρώπους που έρχονται να εκπαιδευτούν: Φέρτε μας ένα βίντεο, το καλύτερο βίντεο που έχετε, από κάθε συνεδρία που έχετε κάνει, με έναν ασθενή που θεραπεύετε. Και έχουμε αναπτύξει μεθόδους ψυχοθεραπευτικής αλληλεπίδρασης με τις οποίες μπορούμε να καθορίσουμε ποιος έχει το ταλέντο για να γίνει ένας καλός θεραπευτής. Μπορούμε να αξιολογήσουμε πολύ γρήγορα αν ο θεραπευτής είναι ικανός ή όχι. Οι ικανότητες σχετίζονται με το αν ο θεραπευτής συμμετέχει, μιλάει, εστιάζοντας με σαφήνεια σε αυτό που είναι σχετικό, κάνοντας το σχετικά γρήγορα και σε βάθος. Συνάφεια, σαφήνεια, ταχύτητα, βάθος. Ο συνδυασμός αυτών μας λέει ποιος είναι καλός θεραπευτής. Είναι τρομερά απλό και λειτουργεί.
Και θα σας πω, μερικοί έμπειροι ψυχαναλυτές είναι φοβεροί και ορισμένοι νέοι ασκούμενοι είναι πολύ καλοί. Αυτό δημιουργεί ένα πρόβλημα: πρέπει κάποιος να είναι ψυχαναλυτής για να κάνει αυτό το είδος θεραπείας; Θα έλεγα ότι βοηθάει η ψυχαναλυτική εκπαίδευση, αλλά δεν είναι απαραίτητη. Υπάρχουν μερικοί άνθρωποι που έχουν τόσο μεγάλο ταλέντο που μπορούν να το κάνουν χωρίς ψυχαναλυτική εκπαίδευση, παρόλο που η προσωπική ψυχοθεραπεία είναι απαραίτητη καθώς οι άνθρωποι έχουν «τυφλά σημεία» σε συγκεκριμένες περιοχές. Μερικές φορές βοηθάει η ψυχαναλυτική θεραπεία ή η ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία.
Έχετε γράψει για τη σημασία της ασφάλειας του θεραπευτή. Πραγματικά μου έκανε πολύ νόημα και δεν είχα ακούσει κανέναν να το διατυπώνει με σαφήνεια πριν από εσάς. Η ικανότητα του θεραπευτή να είναι σε θέση να αντιληφθεί πότε η ασφάλειά του απειλείται, είναι τόσο σημαντική. Έτσι, σε όλα τα πράγματα για τα οποία μιλάτε, για παράδειγμα η αυτεπίγνωση, το να υπάρχει η δυνατότητα πρόσβασης των τυφλών σημείων, το να ξεχωρίζει κανείς πότε κάτι είναι πρόβλημα, προστίθεται και το ζήτημα της ασφάλειας και του ίδιου του θεραπευτή και της ασφάλειας που δίνει στους ασθενείς του.
ΟΚ: Ακριβώς. Επιτρέπει να διατηρούμε το πλαίσιο της θεραπείας. Είναι απολύτως απαραίτητο. Ο θεραπευτής πρέπει να διατηρήσει τον έλεγχο της θεραπευτικής κατάστασης. Ο θεραπευτής έχει την ευθύνη. Υπάρχει μια ρεαλιστική εξουσία του θεραπευτή που πρέπει να διαφοροποιηθεί από τον αυταρχισμό, δηλαδή την κατάχρηση αυτής της εξουσίας.
Υπάρχει ένα είδος πολιτισμικής κίνησης προς τον “εκδημοκρατισμό” της ψυχοθεραπευτικής σχέσης. Νομίζω ότι είναι απλά ανόητο. Οι άνθρωποι έρχονται σε εμάς χάρη της γνώσης που διαθέτουμε, διαφορετικά δε θα έρθουν και δε θα έπρεπε να έρχονται. Υπάρχει μια διαφορά μεταξύ εξουσίας και αυταρχισμού. Και μέρος της εξουσίας του θεραπευτή εξαρτάται από το ότι ο θεραπευτής μπορεί να διατηρήσει το πλαίσιο της θεραπείας.
Και η δική μας ασφάλεια είναι απαραίτητη από αυτή την άποψη. Όταν αντιμετωπίζουμε σοβαρές διαταραχές της προσωπικότητας, θεωρείται κρίσιμη η… σωματική, ψυχολογική, νομική ασφάλεια στην κοινωνία μας, η οποία δυστυχώς είναι τόσο άναρχη. Είναι η πιο παρανοϊκή κουλτούρα που έχω γνωρίσει μέσα στον πολιτισμένο κόσμο αν και πιστεύω ότι ακόμη δεν έχουμε γίνει ζούγκλα…!
Μπορεί να είμαστε κοντά!
ΟΚ: Ίσως να είναι έτσι, ζούμε σε έναν πολύ παρανοϊκό πολιτισμό.
Σας ευχαριστώ πολύ για το χρόνο σας.
Εντάξει: Να είστε καλά.
Πηγή: TherapyNetwork.eu
Aπόδοση: Γλυκερία Αποστολοπούλου
Επιμέλεια: PsychologyNow.gr